Skip to main content

Ο κορωνοϊός, η Ελένη και η πεθερά της

Η Ελένη έκλεισε με βιάση την τηλεόραση. Η ψυχολογία της είχε πέσει για άλλη μια φορά στα Τάρταρα. Όλα αυτά που συνέβαιναν στον κόσμο, και στην ουσία δίπλα της, δεν ήταν καθόλου αστεία.

Όπως όλα έδειχναν, ο κορωνοϊός ήταν άκρως απειλητικός. Φρόντισε να ανανεώσει το αντισηπτικό του σπιτιού, έπλυνε αλά Πόντιος Πιλάτος για πολλοστή φορά τα χέρια της και βεβαιώθηκε ότι τα παιδιά απασχολούνται με κάτι.

Ο άνδρας της από την άλλη το έπαιζε... Σπαρτιάτης γιαλαντζί καθώς οι απαντήσεις του ήταν κάτι παραπάνω από λακωνικές.”Ναι", Όχι” άντε και κανένα “Ναι, εντάξει” όταν ήταν στο τσακίρ κέφι!

H Ελενίτσα βέβαια γνώριζε τον λόγο αφού είχε φροντίσει εδώ και καιρό να αναθέσει στον “μυστικό πράκτορα” Σπυριδούλα, την κολλητή της, ειδική αποστολή. Πυρ και μανία τής ανακοίνωνε ότι ο προκομμένος της την απατούσε με κοινή τους φίλη, την Λιλίκα.

“Σου λείπει κάποιος λόγω της κλεισούρας εδώ μέσα;” τον ρωτούσε συχνά πυκνά με ειρωνική διάθεση.

“Σώπα, καλέ, τι λες; Υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από την οικογένειά σου;” απαντούσε δήθεν μες την τρελή χαρά.

“Ναι, αυτό λέω κι εγώ. Όπως δεν υπάρχει και ευτυχία που να κόβεται στα τρία, που έλεγε και η Λίτσα Διαμάντη, σωστά;”

Τα τελευταία λόγια της τον έκαναν να χαμηλώσει το βλέμμα του. Άρχισαν να τον τρώνε τα κρεμμυδάκια.

Η ώρα είχε ήδη παρέλθει και η ζέστη είχε γίνει ανυπόφορη. Μπορεί οι φίλες της να είχαν αγνοήσει επιδεικτικά τα περί καραντίνας, εκείνη όμως δεν λειτουργούσε έτσι! Λίγο κατσούφικα, πήρε στα χέρια της ένα βιβλίο που ανήκε στη λίστα των αδιάβαστων από την εποχή που ο Νώε έψαχνε υλικά για να φτιάξει την κιβωτό του. H αλήθεια ήταν πως από τις πρώτες αράδες ενθουσιάστηκε - τελικά είχε και τα θετικά της όλη αυτή η κλεισούρα.

To γάβγισμα του σκύλου από την αυλή την έβγαλε από την ηρεμία. O Ρεξ γάβγιζε μονάχα όταν στο σπίτι ερχόταν ένα πολύ συγκεκριμένο άτομο: Η πεθερά της, η Ζωίτσα!

“Μανούλα, μανουλίτσα, Ζωίτσα!”. Ο άνδρας της Ελένης ξόδεψε ό,τι είχε και δεν είχε σε στοκ υποκοριστικών για να υποδεχτεί τη μάνα του. Εκείνη πλέον του ψιθύριζε λόγια γλυκά σαν πετιμέζι στο αυτί λες και είχε να τον δει από την ώρα που του έκοβαν τον ομφάλιο λώρο! Μα τι την είχε πιάσει τώρα και εμφανιζόταν συνάμενη κουνάμενη στο σπίτι τους, τόσο πολύ τους είχε επιθυμήσει;

“Eλένη, χρυσό μου, δημόσιο κίνδυνο αποτελείς, γιατί δεν φοράς μάσκα και γάντια;” ήταν η πρώτη της αλά Αλέξις Κόλμπι της Δυναστείας, φαρμακερή ατάκα.

“Γιατί; Εσείς, μητέρα, φοράτε; Εμένα κρίνετε μονάχα;”.

“Εγώ, ανόητο πλάσμα, είμαι σίγουρη για τον εαυτό μου, είμαι υγιέστατη!” σχολίασε συνοδεύοντας την πρότασή της με ένα φτέρνισμα ικανό να σηκώσει άμμο από τη Σαχάρα στον αέρα.

Η Ζωίτσα είχε εμφανιστεί για να μείνει. Αφού ούρλιαζε σαν ερίφιο λίγο πριν την σφαγή κάθε φορά που ο πρωθυπουργός έβγαζε διάγγελμα για τον ιό, αφού είχε σώσει σε μια μέρα αντισηπτικά, οινόπνευμα και υγρό σαπούνι, άρχισε να παραγγέλνει με τη χρήση της πιστωτικής του γιου της βιβλία (αυτή που της έλεγες Καζαντζάκης και καταλάβαινε Καζαντζίδης!), επιτραπέζια και σατέν ρομπάκια για να βγάζει σικ φωτό με hashtag #μένωσπίτιμαπαραμένωποθητή. Άρχισε και τις προφητείες σαν κακή απομίμηση του Νοστράδαμου, οι οποίες συνοδεύονταν κι από τις ανάλογες κινήσεις που παρέπεμπαν σε ηθοποιούς στους οποίους η Επίδαυρος ούτε για πλάκα δεν θα άνοιγε τις πύλες της.

Η Ελένη καταλάβαινε πως κάτι έπρεπε να γίνει, κάτι δραστικό έστω και καταχθόνιο, who cares? Ένα ωραίο πρωί εμφανίστηκε τεθλιμμένη στο σαλόνι, η Μάρθα Βούρτση έμοιαζε πανηγύρι δίπλα της.

“Τι συμβαίνει και είσαι σε αυτά τα χάλια, Ελένη; Όχι ότι ήσουν και ποτέ όμορφη αλλά λέμε τώρα...” ξεκίνησε η Ζωίτσα.

“Ω, μητέρα, είμαι θετική στον ιό, μόλις τώρα το έμαθα”. Φήμες λένε ότι η Ζωίτσα, που έφυγε άρον άρον από το σπίτι, μουλιάζει καθημερινά μες το οινόπνευμα...