Skip to main content

Δεν το ήθελα, έγινε κατά λάθος

Κυριακάτικο καλοκαιρινό πρωινό στο νησί. Εγώ, ο άντρας μου και τα δύο υπέροχα παιδιά μου, καλή διάθεση και αρκετή όρεξη. Αποφασίζουμε να επισκεφτούμε την πιο κοντινή παραλία για να περάσουμε τη μέρα μας. Υπέροχη αμμουδιά, υπέροχο τοπίο, υπέροχα νερά. Τα παιδιά μας έχουν μεγαλώσει αρκετά και θα μπορέσουμε κι εμείς οι γονείς να χαλαρώσουμε λιγάκι.

Τα παιδιά βουτούν στα γαλανά νερά του Αιγαίου, εγώ πιο ΄κει κάνω ηλιοθεραπεία, και ο άντρας μου κάθεται στην ξαπλώστρα κι έχει ήδη πιάσει κουβέντα με τον ιδιοκτήτη του beach-bar, ο οποίος είναι Θεσσαλονικιός και μιλούν για ποδόσφαιρο. Εν τω μεταξύ τα παιδιά δεν έχουν βγει καθόλου από τη θάλασσα. Εγώ αλλάζω πλευρό για τέλειο μαύρισμα και λίγο πριν βολευτώ, ακούω την τσιρίδα της κόρης μου. Εξοργισμένη για την φασαρία που προκαλεί ξαφνικά, αφού μέχρι στιγμής είναι σε γενικές γραμμές όλοι τους κόσμιοι, πετάγομαι επάνω να της πω διακριτικά να σταματήσει να ωρύεται και να είναι υπερβολική. Άλλωστε δεν είναι η πρώτη φορά που αναγκάζεται να ανεχτεί τις χαζομάρες του αδερφού της. Δεν είναι σωστό να ενοχλεί τους τουρίστες της παραλίας… κι ενώ συνεχίζω να λέω όλες αυτές τις ανοησίες που σκέφτεται μια καθωσπρέπει μαμά, συνειδητοποιώ ότι το παιδί μου συνεχίζει να τσιρίζει και να κλαίει.

Και τότε το κοιτάζω πραγματικά και αντικρίζω τον τρόμο και τον αβάσταχτο πόνο που βιώνει όλη αυτήν την ώρα. Είναι γεμάτη αίματα, με το χεράκι της κρατάει τα χείλη της, τα μάτια της τρέχουν ασταμάτητα, βογκάει…

Έρχεται κοντά μου και προσπαθώ να καταλάβω… Τι έχει συμβεί, Χριστέ μου! Προσπαθεί να μου πει, όμως το μόνο που ακούω εγώ είναι βογκητά και άναρθρους ήχους. Της παίρνω λοιπόν το χέρι από το στόμα και βλέπω κόκκινο και πρησμένο το άνω χείλος της. Μου λέει πως την χτύπησε ο αδερφός της με πέτρα στα χειλάκια της.

Και τότε σηκώνω το πάνω της χειλάκι και αντικρίζω μια μικρή καταστροφή. Το δόντι της, ο κεντρικός κόπτης από τα δεξιά, είναι όλος σπασμένος και τρέχει αίμα. Πώς θα σταματήσει αυτό το αίμα; Στα χέρια, στα πόδια, στην κοιλιά, στις πετσέτες, στην άμμο, επάνω μου…

Ο μπαμπάς της προσπαθεί να καταλάβει τι έχει συμβεί. Ο αδερφός της ομολογεί πως προσπαθώντας να κάνει «βατραχάκια» στη θάλασσα, πέταξε με όλη του τη δύναμη μια πέτρα και την πέτυχε στα χείλη. «Δεν το ήθελα, έγινε κατά λάθος…» να επαναλαμβάνει ο γιος μου. Νομίζω ότι το μάτι του Ανέστη εκείνη την ώρα γύρισε. Φαντάζομαι κι εκείνος, όπως κι εγώ, σκεφτόμασταν πολύ κακά πράγματα για το γιο μαςεκείνη τη στιγμή… και επίπονα.

Για πότε μαζέψαμε, πότε διασχίσαμε την παραλία, πότε ανεβήκαμε τα ατέλειωτα εκείνα σκαλοπάτια και την εξοντωτική ανηφόρα και μπήκαμε στο αυτοκίνητο, δεν κατάλαβα. Στο Κέντρο Υγείας του νησιού αντιμετωπίσαμε το θέατρο του παραλόγου. Το συμπέρασμα ήταν ότι, μιας και ήταν Κυριακή, οδοντίατρος δεν υπήρχε και θα ΄πρεπε να βρούμε κάποιον ιδιώτη. Μετά από κανα δυο τηλεφωνήματα δεν βρήκαμε κανέναν οδοντίατρο, και αποφασίσαμε να επιστρέψουμε στη Θεσσαλονίκη το συντομότερο δυνατόν.

Ευτυχώς το επόμενο πρωί αναχωρούσε «Δελφίνι» για Βόλο. Αυτό σήμαινε ότι είχα στη διάθεσή μου ολόκληρο μεσημέρι κι απόγευμα για να ασχοληθώ με τον γιο μου. Αφού του τα΄πε ένα χεράκι ο πατέρας του, ανέλαβα εγώ. Και τι δεν του είπα. Όσο την έβλεπα να κλαίει και να υποφέρει, τόσο παραπάνω τον μάλωνα. Είπα, είπα, είπα… Ο καημένος δεν είπε κουβέντα. Όμως η κόρη μου τον υπερασπίστηκε. Παρόλο που δεν μπορούσε να μιλήσει, με παρακάλεσε να σταματήσω να τον μαλώνω. Δεν ήθελε να τον βλέπει σκυθρωπό και καταβεβλημένο. Αφού δεν το ήθελε ο κακομοίρης.

Το πρόβλημα της μικρής δεν ήταν απλό. Όπως αποδείχτηκε χρειάστηκε πάνω από μήνας για να αποκατασταθεί η ζημιά και η όψη της οδοντοστοιχίας της. Όλον αυτόν τον καιρό η κόρη μου κυκλοφορούσε με ένα μπουκάλι νερό κι ένα καλαμάκι, έτσι ώστε να κρύβει τα πρησμένα της χείλη, αλλά και να αποφεύγει τις ενοχλητικές ερωτήσεις των ξένων. Το νέο, πρόσθετο δόντι τοποθετήθηκε δύο μέρες πριν το κοριτσάκι μου περάσει την τρομακτική πόρτα του Γυμνασίου για πρώτη φορά. Μέσα στο χρόνο βέβαια αντιμετωπίσαμε πολλές επιπλοκές και δεν ξέρουμε αν ποτέ ησυχάσουμε απ΄αυτήν την υπόθεση. Μ΄ όλα αυτά που συμβαίνουν στον κόσμο όμως, θα ήμασταν αχάριστοι να μην πούμε «τέλος καλό, όλα καλά»

Όσο για εκείνη την ημέρα, ειλικρινά δεν ξέρω ποιος πόνεσε περισσότερο. Ποιος πληγώθηκε πιο πολύ. Η κόρη μου ή ο γιος μου. Λάθος ήταν, μεγάλο λάθος. Και δικό του, που ήταν απρόσεχτος και δικό μου… Κυρίως δικό μου. Δεν έπρεπε να του μιλήσω τόσο σκληρά. Μακάρι να υπήρχε ένας οδηγός να μας κατατοπίζει, να μας συμβουλεύει, να μας καθοδηγεί για το πώς πρέπει να χειριζόμαστε όλες αυτές τις δύσκολες καταστάσεις που αντιμετωπίζουμε καθημερινά ως γονείς, έτσι ώστε να αποφεύγουμε τα λάθη , που μπορεί να αποβούν μοιραία για την ψυχή και τη διαμόρφωση του χαρακτήρα των παιδιών μας.